“Η φόρμα δεν είναι κανένα πανωφόρι που το πετάμε πάνω από τη σάρκα της σκέψης· είναι η ίδια η σάρκα της σκέψης. Δεν νοείται Ιδέα χωρίς Φόρμα όπως δεν νοείται Φόρμα χωρίς Ιδέα. Τα πάντα στην τέχνη εξαρτώνται από την εκτέλεση: η ιστορία μιας ψείρας μπορεί να είναι εξίσου υπέροχη με την ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου.Πρέπει κανείς να γράφει σύμφωνα με τα αισθήματά του, να είναι σίγουρος ότι αυτά τα αισθήματα είναι αληθινά, και να αφήνει όλα τα άλλα να πάνε να πνιγούν. Όταν μια αράδα είναι καλή, παύει να ανήκει σε οποιαδήποτε σχολή”
Απολαυστικό, έξυπνο, πλούσιο, ευφάνταστο. Ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα και όχι η βιογραφία του Φλωμπέρ.
Ο συγγραφέας δημιουργεί ένα μυθιστορηματικό πρόσωπο, τον Τζέφρι Μπρεϊθγουέιτ, και του δίνει τρεις διαφορετικές ιδιότητες:
- την ιδιότητα του αφηγητή στο βιβλίο του
- την ιδιότητα του αναγνώστη των έργων του Φλωμπέρ
- την ιδιότητα του ερευνητή και βιογράφου του Φλωμπέρ
Ο συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο, μέσα στο οποίο αναπτύσσονται τρεις ιστορίες:
- η ιστορία του Φλωμπέρ (ή οι διαφορετικές εκδοχές της ανάλογα με την οπτική γωνία του αναγνώστη)
- η ιστορία του αφηγητή, όπως αυτή ξεδιπλώνεται παράλληλα με την αφήγηση της έρευνάς του
- η ιστορία της έρευνας για τη βιογραφία του Φλωμπέρ (δηλαδή η ιστορία του Φλωμπέρ)
Στην ουσία όμως τίποτα δεν είναι τόσο διακριτό και ξεκάθαρο, γιατί:
- ο αφηγητής είναι: εν μέρει ένα μυθιστορηματικό πρόσωπο με μια προσωπική ιστορία που αναδιπλώνεται κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, εν μέρει ο αναγνώστης του Φλωμπέρ ή οποιοσδήποτε αναγνώστης (ακόμα κι εμείς), και εν μέρει η φωνή του συγγραφέα.
- η ιστορία (βιογραφία) του Φλωμπέρ είναι: εν μέρει πραγματική (αν και υπάρχουν πολλές και διαφορετικές εκδοχές αυτής της πραγματικότητας), εν μέρει προϊόν της φαντασίας του βιογράφου της και εν μέρει προϊόν της φαντασίας του αναγνώστη ή και όλα μαζί.
- η ιστορία του αφηγητή (του Μπρεϊθγουέιτ) είναι μια βιωμένη ιστορία για τον ίδιο και ένα προϊόν μυθοπλασίας για εμάς τους αναγνώστες, αλλά και για τον αφηγητή που ανατρέχει στη φαντασία του για να καλύψει τα κενά των όσων γνωρίζει.
«Τρεις ιστορίες αντιμάχονται μέσα μου. Μία για τον Φλωμπέρ, μία για την Έλεν και μία για μένα. Η δική μου είναι η πιο απλή από τις τρεις –δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αποδεικνύει πειστικά την ύπαρξή μου- κι όμως αυτή είναι που με δυσκολεύει περισσότερο απ’ όλες. Η ιστορία της γυναίκας μου είναι πιο περίπλοκη, και πιο επείγουσα· αλλά και σ’ αυτήν αντιστέκομαι. Καλύτερα να φυλάς το καλύτερο για το τέλος, όπως έλεγα προηγουμένως; Μπα, δεν νομίζω· μάλλον το αντίθετο θα ‘λεγα. Αλλά μέχρι να σας πω την ιστορία της, θέλω να είστε προετοιμασμένοι: δηλαδή, θέλω να έχετε στη διάθεσή σας αρκετά βιβλία, και παπαγάλους και χαμένες επιστολές, και αρκούδες, και τις απόψεις της δρα Ίνιντ Στάρκι, ακόμα και τις απόψεις του δρα Τζέφρι Μπρεϊθγουέιτ. Τα βιβλία δεν είναι ζωή, όσο κι αν θα το προτιμούσαμε. Η ιστορία της Έλεν είναι αληθινή· ίσως αυτός να ‘ναι ο λόγος που σας λέω την ιστορία του Φλωμπέρ αντί για τη δική της.»
Με τον ιδιότυπο αυτό χειρισμό του θέματός του, ο συγγραφέας επισημαίνει την υπέρβαση των ορίων ανάμεσα στη μυθοπλασία και τη μη μυθοπλασία. Μια πραγματική ιστορία που αφηγούμενη κινείται στα όρια ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ένα προϊόν μυθοπλασίας καθορίζεται από τα βιωματικά στοιχεία, την οπτική γωνία και την αντίληψη τόσο του συγγραφέα όσο και του αναγνώστη.
Η ιστορική αλήθεια για τη ζωή του Φλωμπέρ αμφισβητείται, από τη στιγμή που δεν υπάρχει μία αντικειμενική αλήθεια αλλά διαφορετικές γωνίες θέασης ανάλογα με τα δεδομένα που εξετάζονται και την αντίληψη του θεατή. Τα τρία διαφορετικά βιογραφικά στην αρχή του βιβλίου ενισχύουν τη θέση αυτή. Επιπλέον ο αφηγητής προσπαθεί να προσεγγίσει την ιστορική αλήθεια για τη ζωή του Φλωμπέρ μέσα πολλούς διαφορετικούς τρόπους (εδάφια του Φλωμπέρ, λογοτεχνικές κριτικές και αναλύσεις, μαθητικά γραπτά εξετάσεων για τον Φλωμπέρ και, τέλος, μια επινοημένη από τον ίδιο, εκδοχή της σχέσης του Φλωμπέρ με την Λουίζ Κολέ, από την οπτική της Κολέ), όχι για να φτάσει όσο πιο κοντά σ’ αυτήν γίνεται αλλά για να ενισχύσει το ανέφικτο της προσπάθειας αυτής.
«Μπορούμε να μελετάμε αρχεία για ολόκληρες δεκαετίες, αλλά κάθε τόσο μπαίνουμε στον πειρασμό να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά και να δηλώσουμε ότι η ιστορία είναι απλώς ένα ακόμα λογοτεχνικό είδος: το παρελθόν είναι αυτοβιογραφική μυθοπλασία που παριστάνει ότι είναι κοινοβουλευτική έκθεση.»
Η κατάρρευση της σημασίας του πρωτότυπου, του αυθεντικού και η εξίσωσή του με το αντίγραφο απεικονίζεται στην ιστορία του βαλσαμωμένου παπαγάλου που δανείστηκε ο Φλωμπέρ από το μουσείο προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημα «μια απλή καρδιά». Ο Φλωμπέρ παραποίησε τα χαρακτηριστικά του παπαγάλου στο κείμενο του με αποτέλεσμα αυτό που εμφανιζόταν στο κείμενο να μοιάζει περισσότερο σε ένα από τα πενήντα βαλσαμωμένα πουλιά που διέθετε το μουσείο παρά στο αυθεντικό. Το είδωλο του παπαγάλου στα γραπτά του Φλωμπέρ καθιστά αδιάφορο και ανίσχυρο το πρωτότυπο.
Εξέχουσα θέση στο βιβλίο, όπως και σε πολλά από τα βιβλία του Φλωμπέρ, έχει ο παπαγάλος. Ο παπαγάλος είναι αυτός που επαναλαμβάνει τα λόγια που ακούει, αυτοματοποιεί τις φράσεις εκφέροντάς τις χωρίς ιδιαίτερη επεξεργασία. Ο παπαγάλος είναι το έμβλημα του λόγου, είναι ο ίδιος ο αφηγητής ή ο συγγραφέας ή ο αναγνώστης, που εγκλωβίζεται μέσα στο λόγο και καθορίζεται από αυτόν. Η προσπάθεια απελευθέρωσης από τα στεγανά του λόγου αποτελεί μόνιμη αγωνία του καλλιτέχνη, ώστε το έργο του να είναι όσο περισσότερο γίνεται ειλικρινές.
εικ: David Hockney, Felicite sleeping with parrot
άκρως απολαυστικό βιβλίο! θα ήθελα να έδινε περισσότερο χώρο στην ιστορία του αφηγητή, έτσι για τον παραλληλισμό των δύο ιστοριών, αλλά όπως και να έχει είναι πολύ καλό βιβλίο και αξίζει να το διαβάσει κανείς.
LikeLike
όπως και στα υπόλοιπα βιβλία του, ο Barnes, δεν αφήνει τον αναγνώστη του να χαλαρώσει. Τον κρατάει συνεχώς σε εγρήγορση, τον θέλει να συμμετέχει. Για μένα τα μυθιστορήματα του είναι από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα της μεταμοντέρνας λογοτεχνίας
LikeLike